Όσιος Αντώνιος ο νέος: Ο Πολιούχος, πατέρας & προστάτης της Βέρροιας
Μεγάλη η συγκίνησή μας σήμερα γιά την μεγάλη ημέρα, την αυριανή, γιά την γεννέτειρα πόλη μας.
Σαν σήμερα, περί το 950μ.Χ., έφτασε στην πόλη το πάντιμο λείψανο του Οσίου Αντωνίου, που εκοιμήθη την πρώτη Ιανουαρίου μηνός σε ένα καταμουσκεμμένο από ποταμίσια νερά σπήλαιο. Χίλια εξηντα τρία έτη δηλαδή η Μακεδονική πόλη της Βέρειας φρουρείται από τον υιιό της, τον Αντώνιο, τουπίκλην Γιαννούλης, ο οποίος ασκήθηκε στις παρόχθιες σπηλιές της νότιας κοίτης του Αλιάκμονα.
Αναρωτιόμαστε, πόσες πόλεις άραγε της Ορθοδοξίας ή καλλίτερα της ευλογημένης μας πατρίδας έχουν αυτό το μέγιστο προνόμιο; Να έχουν δηλαδή πολιούχο και ο πολιούχος τους να είναι και γέννημά τους; Εδώ, στην Μακεδονία μας, πέρα από την Συμβασιλεύουσα, την Θεσσαλονίκη μας, δεν σκέφτομαι να υπάρχει και κάποια άλλη. Έχει η Θεσσαλονίκη έναν Δημήτριο, γέννημα, θρέμμα και φρουρό της, έχει και η Βέροια ένα Αντώνιο, γέννημα, θρέμμα και φρουρό της. Μεγαλείο.
Τις προάλλες, μία παρέα παλαιών βερροιωτάδων ψάξαμε και βρήκαμε την Βαλοπατλιά. Πόση χαρά μας έδωσε εκείνη η ημέρα!; Υπάρχουν ακόμα βεροιωτάδες, είπα μέσα μου, που ζουν με τις παραδόσεις γιά τον πολιούχο μας.
Μία άλλη φορά, μπροστά στο παλιό γυμνάσιο, στο Δημαρχείο, με σταμάτησε ένας απλός άνθρωπος, στην καθαριότητα της πόλης εργάζεται, και βγάζει από το στήθος του έναν ξύλινο σταυρό. – Εσύ είσαι ο καλόγερος που γράφεις γιά τον ΑγιΑντώνη; Με ρωτάει. Ένευσα θετικά. – Αυτόν τον σταυρό τον σκάλησα με τα χέρια μου, από ξύλο από την μουριά τ’ ΑγιΑντώνη, προσθέτει.
Να τον αγκαλιάσεις, να τον φιλήσεις, να χαρείς μαζί του. Τί ωραία πράγματα που έχει η πόλη μας;
Επάνω λοιπόν στην θέση Κακόδεση, στον παλιό δρόμο που έφερνε από το Μακροχώρι, μέσα από τις Σαραντόβρυσες, στην πόλη, υπήρχε ένα μάρμαρο παλιά, με την πατλιά από το βόδι που έσερνε το κάρο, με το λείψανο του Αγίου μας. Αργότερα το μάρμαρο χάθηκε, είπαν, το πήρε η αρχαιολογία. Δεν θα ψάξω εγώ την ιστορικότητα ή την αλήθεια του γεγονότος αυτού. Γιά μένα, η αλήθεια είναι ότι ο Άγιος ζη, με χίλιους δυό τρόπους στην καρδιά του βεροιώτη.
Παλαιότερα, που έβαζαν τα σχοινιά, γιά να μπούμε στο κουβούκλιο και να βγούμε από την άλλη πόρτα – παιδί, δεκάχρονος – πόσο με ενθουσίαζε. Δίπλα σου ένας παπούς ή μία γριούλα, πίσω σου μία μαννούλα με ένα μωρό στην αγκαλιά, κι άλλοι κι άλλοι, εκεί, να στριμωχνόμαστε και να περιμένουμε, να ρθει η σειρά μας, να μπούμε μέσα και να προσκυνήσουμε στο ανοιγμένο κουβούκλιο του Αγίου, του πολιούχου.
Τον βίο του τον ξέραμε πριν ακόμα αρχίσουμε να μαθαίνουμε την αλφαβήτα. Και πιο πολύ εγώ, που ζούσα από τον Άγιο. Πρώτα μάθαμε το Συναξάρι του Αγίου και ύστερα αρχίσαμε να γράφουμε.
Η μακαρίτισσα η μανιά μας, η μπαμπωΦρόσω – Θυγάτηρ Ιωάννου ιερέως και οικονόμου Μητροπόλεως Βερροίας, έτσι συστηνόταν μέχρι που έκλεισε τα μάτια της σε ηλικία εκατό ετών – πολύ επέμενε στα ονόματα των χωριών του κάμπου, και πώς πήραν τα ονόματα, από το δρομολόγιο του κάρου με τα άζευτα βάλια τ΄ΑγιΑντώνη.
……………………………………………………….
…Εὐδαίμων τοίνυν ἡμῖν ἡ ρηθεῖσα κατονομάζεται Βέρροια, οὐ τειχέων ἕνεκα καί πύργων καί ὑψωμάτων οὐδέ τῷ περιρρέεσθαι τά κύκλῳ καί τά ἐντός ἐξ ὑδάτων ἀεννάων καί διειδῶν οὐδέ τῷ θάλλειν δένδροις ἤ φύλλοις κομᾶν ἤ βρίθειν καρποῖς ἤ λειμῶσι βρίθειν καί ἀνθέων ποικίλμασι καί στιλπνότησι, … οὐχ ὅτι καί τούτων ἄμοιρος ἡ πόλις ἐστί΄ … ἀλλ’ οὕτω ταύτην κυρίως κατονομάζω εὐδαίμονα, ὅτι τοιοῦτον προήνεγκε φυτόν ἐξ αὐτῆς κατάκομον τοῖς πνευματικοῖς τυγχάνων χαρίσμασιν, ἅτινα δεῖ ταύτην ὑποληπτέον, οὗ καί ὁ καρπός τοῦ παραδείσου οἰκήτορας ποιεῖται τούς μετέχοντας.-
Ελεύθερη απόδοση: Η Βέρροια χαρακτηρίζεται, γιά μας, ευδαίμων και ευτυχισμένη πόλη, όχι γιατί έχει τείχη και πύργους και υψώματα, ούτε επειδή από παντού ποτίζεται από ασταμάτητα και καθαρά νερά, ούτε γιατί έχει θαλλερά δένδρα καταπράσινα, γεμάτα καρπούς και φρούτα, ούτε γιατί είναι γεμάτη από καταπράσινα λειβάδια και βοσκοτόπια, ούτε από τα πολλά και ποικίλα λουλούδια που γυαλίζουν με τα χρώματά τους. Όχι βέβαια πως δεν τα έχει και αυτά. … Όμως αυτήν την πόλη την χαρακτηρίζουμε ευτυχισμένη και ευδαίμονη, γιατί ακριβώς μας παρουσίασε καί μας πρόσφερε ένα τόσο σπουδαίο φυτό, μέσα από τα σπλάγχνα της, με ωραία φυλλωσιά, δηλαδή τα πολλά πνευματικά του χαρίσματα΄ αυτά την κάνουν σπουδαία και τιμημένη. Ένα δέντρο που ο καρπός του, όσους τον δοκιμάζουν, τους μετατρέπει σε κάτοικους και οικήτορες του Παραδείσου.
Πόσο σπουδαίο γιά ένα τόπο, γιά μία πόλη, να γεννάει παιδιά, που θα την προσέχουν και θα την προφυλάγουν από κάθε κακό και θα την κάνουν τιμημένη και ξακουστή και περήφανη! …
Δόξα τω Θεώ, Αδελφοί μου.
Καλή και ευλογημένη η πανήγυρή μας!!!