Του Αρχιμ. Πορφυρίου, Ηγουμένου της Ι.Μ. Τιμ. Προδρόμου Βέροιας | Romfea.gr
Όταν ο αρχιερέας βρίσκεται στο τέλος της μυσταγωγίας, με την οποία ένας νέος τόπος καθιερώνεται γιά την λατρεία του ζῶντος Θεού, της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου και Ζωοποιού Τριάδος, προβαίνει σε μία μοναδική και ανεπανάληπτη ιερουργική πράξη.
Λέει επί λέξει το Ευχολόγιο: «Εἶτα κομίζεται τῷ ἀρχιερεῖ Κανδήλα καινή καί Θρυαλλίς καί Ἔλαιον΄ και αὐτός, ταῖς ἰδίαις χερσί, πληρῶν ἐλαίου τήν Κανδήλαν, ἀνάπτει τήν Θρυαλλίδα, καί ἀποτίθησι τῷ ἁγίῳ Θυσιαστηρίῳ».
Ας τα πούμε και στην σύγχρονη γλώσσα μας: «Στην συνέχεια, φέρνουν στον αρχιερέα μία καινούργια κανδήλα, φυτιλλάκι με την βάση του και λάδι. Και ο ίδιος, με τα δικά του χέρια, γεμίζει την κανδήλα με λάδι, ανάβει το φυτιλλάκι και την τοποθετεί επάνω στο άγιο Θυσιαστήριο.»
Πριν από αυτήν την ιερουργική πράξη, έχει ο ίδιος ο αρχιερέας ενδύσει την αγία τράπεζα με το κατασάρκιον και τον επενδύτη, αυτό που λέμε σήμερα ενδυτή.
Επάνω στην αγία Τράπεζα δεν τοποθετεί, με τα χέρια του ο αρχιερέας ΤΙΠΟΤΑ άλλο. Πριν, επάνω στον επενδύτη είχε τοποθετήσει το αντιμήνσιο της εγκαινιαζομένης αγίας Τραπέζης και το άγιο Ευαγγέλιο.
Συνεπῶς, επί της αγίας Τραπέζης δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Μόνον το αντιμήνσιο, το άγιο Ευαγγέλιο, και η αναμμένη κανδήλα.
Ούτε το ρολόι του λειτουργού, ούτε βιβλία και βιβλιαράκια, ούτε ανθοδοχεία με άνθη εποχής. Ακόμα και τα λειτουργικά βιβλία, παλαιότερα φυλάσσονταν στο σκευοφυλάκιο, το τυπικαριό των αγιορειτικών μοναστηριών.
Και προφανώς, ούτε φυλλάδια με απολυτίκια, σημειώσεις, εγκυκλίους, παρακλήσεις, φυλλάδα της θείας Μεταλήψεως, ούτε… ούτε… Η Αγία Τράπεζα είναι το ιερότερο σημείο της Εκκλησίας και έχει τα απολύτως απαραίτητα.
Και φυσικά δεν στολίζεται, ούτε και έχει ανάγκη στολισμού. Αλλά τώρα μιλάμε γιά την ακοίμητη κανδήλα. Η ακοίμητη κανδήλα είναι το μοναδικό φως επί της αγίας Τραπέζης.
Όμως γιατί τα θυμηθήκαμε αυτά τέτοιες ιερές ημέρες; Στην τελετή της Αναστάσεως, το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, υπάρχει μία ιερουργική πράξη, που κοντεύει να ξεχαστεί, ή και να έχει τελείως ξεχαστεί.
Όταν έχουν τελειώσει όλα τα ψάλματα και οι αναγνώσεις του Όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου, σβήνουν, λέει το Τυπικό της ημέρας, όλα τα φώτα, και ο πρώταρχος ιερέας ή αρχιερέας παίρνει φως από «την ακοίμητον κανδήλαν τήν ἐπί τῆς ἁγίας Τραπέζης».
Και το μοιράζει στον κόσμο, ως Φως Χριστού, Φως εκ του ανεσπέρου φωτός. Αυτήν την εξαιρετική πράξη του πρώτου λειτουργού ήθελα να θυμίσω, γιατί, όπως και τόσα άλλα, κοντεύει να ξεχαστεί.
Κοντεύει αυτή η πράξη, η τόσο απλή και λειτουργική, και μεγαλόπρεπη, κοντεύει να ξεχαστεί, και σιγά σιγά η ζώσα λατρεία του Ζώντος Θεού κοντεύει να μετατραπεί σε πανηγύρι και φολκλορική – λαογραφικού χαρακτήρα, γιορτή.
Πετάει τα βάγια ο λειτουργός του Υψίστου και χαριεντίζεται με τον κοσμάκη, που σηκώνει τα χέρια για να δεχτεί το πρώτο μήνυμα της Αναστάσεως του Θεού και Λόγου και Υιού της Κυρίας Θεοτόκου, του Θεανθρώπου.
Και ο κοσμάκης μπορεί να είναι δέκα γυναικάρια περασμένης, ως επί το πλείστον, ηλικίας.
Αλλά το μήνυμα της ιερουργικής αυτής πράξεως είναι φοβερό. Γίνεται η ταφή του θεανθρώπου, ο Επιτάφιος θρήνος, και η περιφορά του σώματος του Κυρίου εν ομοιώματι, και γίνονται τα πιο πικρόχολα σχόλια, από αυτούς που εξοδιάζουν τον νεκρό Θεό μας.
Έ, κάτι τέτοιο πάει να γίνει και με την μεταφορά του Αγίου Φωτός από τα Πανάγια Προσκυνήματα και τον Ζωοδόχο Τάφο του Κυρίου.
Συνοδία υπουργών, στέλνει η εκάστοτε κυβέρνηση αεροπλάνο να φέρει το Άγιο Φως. Δεν μας είπαν όμως τί λέγεται κατά την διάρκεια της πτήσεως αυτής. Γίνεται υποδοχή με τιμές αρχηγού κράτους στο Άγιο Φως. Και πηγαίνουν πάλι στις υποδοχές κλπ.
Είδαν οι πολιτικοί ότι «έπιασε» αυτή η εξυπνάδα τους και κάθε χρόνο την κάνουν και πιο μεγαλόπρεπα.
Τα έξοδα ποιός τα χρεώνεται; Η μόνη γνήσια πράξη σε αυτήν την νέα μόδα, που μακάρι κάποτε να σταματήσει, είναι η ευλάβεια του κοσμάκη στο άγιο φως.
Αυτή η ευλάβεια μας συγκινεί απόλυτα. Με πόση φροντίδα και προσοχή ο κοσμάκης ευλαβείται το φως αυτό και το προσέχει, και το φυλάγει να μην σβύσει. Αλλά, δυστυχώς, και αυτήν την ευλάβεια την αποσκορακίζουμε, όταν παίρνουμε το άγιο φως «γιά το καλό» και αν σβύσει φοβόμαστε ότι κάτι κακό θα μας συμβεί.
Το γυρίζουμε και πάλι στην μοιρολατρεία και στον παγανισμό. Το Άγιο Φως, παλαιότερα, δινόταν από την ακοίμητη κανδήλα της αγίας Τραπέζης, που φωτίζει ασταμάτητα, χωρίς να σβύνει, όταν ευλαβείς ιερείς την διατηρούν ακοίμητη, από την ημέρα που ο αρχιερέας την άναψε και την τοποθέτησε επάνω στην Αγία Τράπεζα, κατά την ημέρα των Εγκαινίων της νέας νήσου ένθα μέλλει λατρεύεσθαι ο Ζων Θεός.
Αυτή η ακοίμητη κανδήλα είναι η συνέχεια, είναι το άγρυπνο μάτι του Θεού, η ανύστακτη ελπίδα μας, η αδήριτη φροντίδα της Τριαδικής Θεότητος γιά την σωτηρία του κόσμου.
Τις προάλλες, πήγαμε σε ένα χωριό, με ευλαβέστατο λειτουργό του Υψίστου. Είχαμε μαζί μας και τον Όσιο Διονύσιο, τον Κοινοβιάρχη μας.
Κάποια στιγμή, ο παπούλης λέει: «σιγά, σιγά». Και εξαφανίζεται από την συντροφιά μας. Μπαίνει μέσα στο σπίτι – καθόμασταν στην αυλή, με τα λουλούδια και τους βασιλικούς – και γυρνάει κρατώντας ένα φωτεινό κερί.
Έφερα και το Άγιο Φως, να είμαστε όλοι μαζί, προσθέτει. Αχ, αυτή η ορθόδοξη ευλάβεια, του λαού Σου, Χριστέ μου, πόσο μας πληγώνει και πόσο μας ανασταίνει. Αδελφοί μου, Χριστός Ανέστη.