Η ποιότητα των ιερέων
Η ευλάβεια, η ευσέβεια και η απόλυτη πίστη στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό είναι στοιχεία απολύτως απαραίτητα για έναν ιερέα. Αυτά τα στοιχεία και υπάρχουν σε έναν ορθόδοξο αλλά και καλλιεργούνται.
Σε παλαιότερες εποχές ήταν μεγάλη ευλογία και ιδιαίτερη τιμή να υπάρχει σε μία οικογένεια κληρικός ή μοναχός.
Θα σας αναφέρω μία ιστορία που έζησα στο μοναστήρι μας, στο Άγιο Όρος. Μας είχαν επισκεφθεί ανώτεροι δικαστικοί, μεταξύ των οποίων και ο κύριος της ιστορίας. Πήρε τον λόγο και μας ανέφερε ότι στην οικογένειά τους υπήρχαν δεκαεπτά πετραχήλια. Δεκαεπτά πετραχήλια σημαίνει σε βάθος χρόνου δεκαεπτά γενιές με κληρικούς, μία χρονική αλυσίδα αιώνων ζωής. Ο ίδιος όμως, ο επόμενος στην μακραίωνη συνέχεια, προτίμησε να γίνει νομικός και στην συνέχεια δικαστικός.
Αυτή είναι η τραγικότητα της γενιάς μας. Άφησε την διακονία στο θυσιαστήριο και προτίμησε τις άλλες ανθρωπιστικές επιστήμες. Άφησε την σωτηρία και την αιωνιότητα και προτίμησε το παρόν και τις καθημερινές περιπέτειες. Διέκοψε μία σωτηριώδη ιστορία γιά την ανθρώπινη κενόδοξη ζωή.
Ίσως όμως και να μην μπορούσε να προχωρήσει στην ιερωσύνη, αν δεν πρόσεξε στην νεότητά του και δεν φύλαξε τον εαυτό του καθαρό, παρθένο, ανέγγιχτο από σαρκικές πτώσεις. Αν συνέβη κάτι τέτοιο, το αγόρι, ο κατοπινός άνδρας, δεν μπορεί να δεχτεί την ιερωσύνη.
Και τότε συνέβησαν λάθη ανεπανόρθωτα στην ελλαδική τουλάχιστον εκκλησία. Στην περίοδο της επταετίας, με κρατικούς νόμους, μπορούσαν να γίνουν κληρικοί χωρίς πολλά πολλά. Οι λεγόμενοι των μειωμένων προσόντων. Ιδρύθηκαν ταχύρυθμες σχολές στις μητροπόλεις και με ελάχιστα προσόντα, χειροτονούνταν ιερείς. Μεταξύ αυτών ήσαν και πρόσωπα γενικά μειωμένων προσόντων.
Βέβαια είναι και η αποδοκιμασία του περιβάλλοντος. Η ιερωσύνη, από τιμή και μεγαλείο, αποδοκιμάζεται με κριτήριο τους αποτυχημένους κληρικούς..
Και έτσι καταντήσαμε ώστε, όπως έλεγε ο περίφημος πνευματικός πατήρ Γεννάδιος Διακάκης στην Θεσσαλονίκη, οι του βίου ναυαγοί να γίνουν του Υψίστου λειτουργοί.
Κάποτε, μιλώντας με παλαιό πνευματικό, που εισόδευσε πολλούς κληρικούς, τον ρώτησα τί εφάρμοζε γιά την συμμαρτυρία, προσώπων εμφανώς ακατάλληλων γιά το θυσιαστήριο. Η απάντησή του με αποσβόλωσε: Αρκέστηκα σε όσα με έλεγαν. Δηλαδή δεν ρωτούσε τον εξομολογούμενο. Όμως η σχετική εντολή σε ανάλογες περιπτώσεις αναφέρει ότι πρέπει ο πνευματικός-εξομολόγος να κάνει εξοννυχιστικές ερωτήσεις στον υποψήφιο, ώστε να είναι κατά το δυνατόν άμεμπτος, αυτός που πρόκειται να λάβει το χάρισμα της ιερωσύνης. Τα ίδια και γιά την σύζυγο ή μέλλουσα σύζυγο του υποψήφιου, όταν πρόκειται γιά έγγαμο.
Και τι γίνεται όταν δεν φυλαχθούν οι παρακαταθήκες των πατέρων περί της ιερωσύνης; Αλλοίμονο και στον ιερέα αλλοίμονο και στο ποίμνιό του. Βέβαια η χἀρη των ιερών μυστηρίων δεν αλλοιώνεται. Η ψυχή όμως του κληρικού βιώνει τις φρικτές συνέπειες και τις ασταμάτητες τύψεις συνειδήσεως.
Και, επειδή τα πάθη είναι φιλεπίστροφα, και η μνήμη του σώματος ανελέητη, ο άνθρωπος που δεν έχει την αρμόζουσα ποιότητα ζωής, ξαναγυρίζει στο πικρό παρελθόν του. Μέθη, ακόλαστα πάθη, χαρτοπαιξία και γενικότερα κυβεία, φιλοχρηματία, άμετρη φιλοδοξία, κενοδοξία άχρηστη, πνίγουν την ψυχή του ακατάλληλου κληρικού.
Σε παλαιότερες εποχές, και σε τέτοιες περιπτώσεις, οι πιστοί δεν μιλούσαν και προσπαθούσαν να καλύψουν τον κληρικό, τον ιερέα, τον πατέρα τους. Σήμερα όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Σήμερα το ποίμνιο έχει απαιτήσεις, η νεότητα απαιτεί ήθος, η κοινωνία θέλει παραδείγματα και πρότυπα. Η κοινωνία απαιτεί ζωντανή Εκκλησία, δυναμικό καταφύγιο, σωτήρια ελπίδα.
Το παιχνίδι έγκειται στην οικογένεια και στον επίσκοπο. Η καλλιέργεια ιερατικών κλήσεων θα τακτοποιήσει τις υπάρχουσες δυσκολίες. Η μάννα οφείλει να παίξει τον πρώτο ρόλο μέσα στην οικογένεια. Να μιλήσει στα παιδιά της, αγόρια και κορίτσια, γιά τον καθαρό βίο, γιά την σωστή ζωή, γιά την συνετή διαβίωση, γιά την χριστοφιλή παρθενία, μέχρι τον τίμιο και ευλογημένο γάμο, ή την ισόβια μοναχική αφιέρωση. Και κυρίως γιά την εν Χριστώ ζωή. Η ζωή μέσα στην Εκκλησία είναι δυναμική, έχει ανείπωτες χαρές, έχει αγωνιστική πορεία, έχει χαρά και ελπίδα μεγάλη. Έχει ζεστό χαμόγελο.
Και στην συνέχεια η Εκκλησία, ο καλός κατηχητής, ο ενάρετος πνευματικός, ο αγαπών επίσκοπος.
Δόξα τω Θεώ. Η Εκκλησία μας και σωστές οικογένειες έχουμε, και σωστούς πνευματικούς αλλά και αρχιερείς που αγαπούν τον Χριστό και την Εκκλησία.
Όταν αυτά συνδυάζονται, η Εκκλησία μας και πάλι θα αποκτήσει την αίγλη της, μέσα στην κατά Χριστόν πτωχεία, με την γλυκεία ασκητική ζωή, την μετοχή στα ζωοποιά μυστήρια, την συμμετοχή στην χαριτωμένη και χαρούμενη ζωή μέσα στην κοινότητα αγάπης της ενορίας.
Και το τελευταίο και πρώτο είναι η προσευχή. Η παροιμία «κατά τον λαό και οι άρχοντες», δυστυχώς, έχει εφαρμογή και στην εκκλησιαστική μας ζωή.
Σαν ζωντανά μέλη του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας μας, έχουμε υποχρέωση να προσευχόμαστε έντονα και ζωηρά να μας χαρίζει ο Χριστός καλούς ποιμένες.