Μία μέλισσα σε άνθος
Είχα πολύν καιρό να πάω στα Κοιμητήρια της Βέροιας. Ανακαινίστηκε και ο Άγιος Αθανάσιος, μεγάλωσε ο ναός, περιποιήθηκε. Όλα καλά.
Πήγαμε να ξεπροβοδήσουμε μία ωραία ψυχή. Μία γιαγιούλα- στα εννενήντα μάς έφυγε. Και αφού την παραδώσαμε στην αγκαλιά της μάννας γης, μας φώναξαν από διπλανό μνημόρι να διαβάσουμε ένα τρισάγιο. Πήγαμε.
Ζεστή η μέρα. Πολλά λουλούδια στα μάρμαρα. Μάννα και μάλλον θυγατέρα οι πενθούντες συγγενείς.
Ήλιος με μαζεμένα, προς ώρας, τα δόντια. Οι μέλισσες αναθάρρησαν.
Ήρθε μία και πετούσε μπροστά μας. Ύστερα πλησίασε ένα λουλούδι, σε ένα μπουκέτο με πολλά άνθη. Πήγε να ρουφήξει την γύρη, βγήκε ξαναμπήκε. Ύστερα έφυγε.
Τα λουλούδια δεν μύριζαν. Τα άνθη δεν είχαν γύρη. Ήταν πλαστικά.
Σκέτη απογοήτευση γιά το ευλογημένο πετούμενο. Κρίμα. Μεγάλο κρίμα.
Άνθρωποι σήμερα. Είμαστε ντεμέκ κουρασμένοι και δεν κάνουμε τίποτα. Και, γιά να δείξουμε, γεμίζουμε με πλαστικά λουλούδια εκκλησίες, εικονίσματα, ακόμα και τους τάφους των προσφιλών. Ευτυχώς στον Επιτάφιο είναι ζωντανά.
Πάει η ζωή μας. Πλαστικό.
Απογοητεύσαμε ακόμα και τις μέλισσες.