Χειροτονητήριος λόγος π. Μακαρίου Προδρομίτου
27 Ιουλίου, Μνήμη Τοῦ ἁγίου, ἐνδόξου καί καλλινίκου
μεγαλομάρτυρος καί ἱαματικοῦ Παντελεήμονος
Σεβασμιότατε πάτερ και δέσποτα,
Σεβασμιότατοι άγιοι αρχιερείς,
Σεπτέ και σεβάσμιε γέροντα,
Σεβαστοί πατέρες,
Εντιμότατοι άρχοντες της τοπικής κοινωνίας,
Σεβαστή μου οικογένεια,
Αγαπητοί συγγενείς, φίλοι και αδελφοί.
Ενώπιον του κατακλυσμού της Θείας αγάπης ευρισκόμενος, ανυπομονώ να διαβώ ένδον του καταπετάσματος και να εισέλθω στο Άγιο Θυσιαστήριο,για να εκπληρώσω τον πόθο που ο δωρεοδότης και παντελεήμων Θεός φύτεψε στην καρδιά μου από μικρό παιδί.
Η ανεξιχνίαστη πρόνοια Του, με οδήγησε πριν τέσσερα χρόνια, -ανήμερα της εορτής σας, Σεβασμιότατε,- στο ηπίνεμο λιμάνι του Προδρόμου, όπου γνώρισα τον σεβαστό μου γέροντα και καθηγούμενο της μετανοίας μου. Και σήμερα, έπειτα από την πνευματική γέννα που επέφερε και επιφέρει καθημερινά ωδίνες πνευματικές στα πνευματικά σπλάχνα του πατέρα για την ἐν Χριστω μόρφωση και σωτηρία του υιού του, η Θεοτόκος Μητέρα Εκκλησία θα γεννήσει,σήμερα,από τους κόλπους της, έναν νέο οικονόμο των θείων δωρεών της, για να τον καταστήσει, με τη Χάρι του Παναγίου Πνεύματος, άξιο συνδαιτημόνα της Αγίας Τραπέζης.
Ακολουθώντας, λοιπόν, τα μύχια ορμήματα της καρδιάς μου και ζώντας το δράμα της προσωπικής μου θέλησης και κλήσεως, που με μεταμόρφωσε απο έναν υπηρέτη της τέχνης του μελοδράματος σε μοναχό, αποφάσισα να παραδοθώ στα άγιο Θέλημά Του και να εισέλθω στον μονότροπο βίο των μοναζόντων, ψελλίζοντας μια φράση: «Τωρα παραδίνομαι στα χέρια Σου κι ας γίνει ό,τι θέλεις». Κι αν η καρδιά σου ψιθυρίσει, δεν μπορείς ν΄αντισταθείς στην έλξη των τρυφερών της λόγων. Έτσι, μπήκα κάτω από τις μεγάλες φτερούγες του Πρίγκηπα των αναχωρητών, του Τιμίου Προδρόμου και έγινα μοναχός. Ανέβηκα σε μια βάρκα και ξεκίνησα το ταξίδι, έχοντας μοναδική επιθυμία η μοναχική βιοτή μου να είναι μια αδιάλειπτη συμμετοχή στον θάνατο του Χριστού και το μαρτύριό Του, ώστε τα όργανα του μαρτυρίου αυτού, που είναι η άσκηση, η υπακοή και η προσωπική κένωση για την πνευματική ανακαίνιση, να με οδηγήσουν στον ολόφωτο Νυμφώνα της αιωνίου Βασιλείας Του.
Αν και θαύμαζα και επιθυμούσα απο μωρό παιδί την ιερωσύνη, τα άφησα όλα στη πρόνοια του Θεού, που για τον καθένα οικονομεί. Δόξα σοι ο Θεός, λοιπόν, που η μακροθυμία Του, με αξιώνει δι΄ευχών Σας, Σεβασμιότατε και δι΄ ευχών του αγίου πατρός μου, να με οδηγήσετε, λίγους μήνες μετά την μοναχική μου κουρά, από την τάξη των μοναζόντων στον χορό των διακόνων των φριχτών του Χριστού μυστηρίων! Κι αν η ιερωσύνη είναι χάρισμα, σίγουρα η Πασίχαρις Παναγία Μητέρα μας, που ήταν η τροφός του Κτίστου της, της δόθηκε, ως ανταπόδοση, να χαρίζει πάν δώρημα τέλειον στους καλεσμένους της!
Σήμερα, λοιπόν, θ΄ανέβω, με τη Χάρι του Θεού, στο πρώτο σκαλοπάτι της ιερωσύνης και θα γίνω διάκονος, που σημαίνει άριστος μιμητής του Κυρίου, καθώς ο ενσαρκωμένος Λόγος του Πατρός ήλθε στον κόσμο όχι διακονηθείναι αλλα διακονήσαι. Σαν ξένος έζησε στη γη ο Κύριος· ξένος μοιάζω κι εγώ μέσα σ΄αυτήν την επιφανειακή λαμπρότητα που με περιβάλλει. Χαίρομαι και παράλληλα τρέμω, καθώς αντικρύζω το μέγεθος των προσδοκιών της Εκκλησίας και την αδυναμία μου να ανταπεξέλω στο μέγα υπούργημα που μου αναθέτει. Σε τέτοιες στιγμές φοβάσαι και σκέφτεσαι αν είσαι άξιος μιας τέτοιας δωρεάς, αλλά οι στιγμές που μπορούσα να κάνω πίσω πέρασαν και κάθε αίσθημα δειλίας η Κυρία Θεοτόκος το μεταμορφώνει σε θάρρος και ελπίδα.
Έτσι, συνεχίζω την πορεία που χάραξε ο Κύριος κάτω από την δροσερή σκιά του Σταυρού Του, έχοντας σκέπη την πατρική Σας ελπίδα, Σεβασμιότατε, του σεβαστού μου πατρός και την ευχή της μητέρας μου. Γι αυτό τον λόγο,θα μου επιτρέψετε, να ευχαριστήσω όλους όσους συνέβαλλαν μέσα στο πάνσοφο σχέδιο του Θεού για αυτήν την σωτήρια προσωπική στιγμή.
Ευχαριστώ τον Πανάγαθο Θεό για πολλά πράγματα. Τον ευχαριστώ που έσπειρε στην παιδική καρδιά μου τον πόθο για την παρθενία και την αγάπη, τον πόθο για τον Ίδιο. Που μου έδωσε καιρό μετανοίας και αναζήτησης, όταν αποφάσισε να με σώσει, εκείνη την αποφράδα ημέρα της 13ης Απριλίου του 2003, από τις «Ηρωδιάδες» του σύγχρονου κόσμου, που απαίτησαν στον βωμό του χρήματος κεφάλια στην μέση της ασφάλτου, ματώνοντας κατ΄αυτόν τον τρόπο τον Ήλιο της Δικαιοσύνης και κάνοντας την καρδιά του ομιλούντα να μοιάζει με ανεπούλωτη πληγή που στάζει αίμα και να βλέπει τον κόσμο μέσα από ένα παράθυρο. Αυτό το παιδί, όμως, συγχώρεσε τους φονιάδες των φίλων του και έτσι βρήκε τη δύναμη να συνεχίσει και ως αντίδωρο της μεγάλης αγάπης του Πατρός Του, παραδόθηκε σ΄ Αυτόν ως προσφερόμενος αμνός στο μαρτύριο της μοναχικής παλαίστρας. Δοξα σοι ο Θεός!
Ευχαριστώ τον Τίμιο Πρόδρομο που άνοιξε τις μεγάλες του φτερούγες και δεν μ΄άφησε να φύγω από την ζεστή φωλιά του.
Ευχαριστώ τον σεβαστό μου γέροντα, που σα σκόρπιο σιτάρι με πήρε στην αγκαλιά του-ανήμερα του προστάτου Σας Αγίου Παντελεήμονος, Σεβασμιότατε- και αγωνίζεται καθημερινά να με αλωνίζει για να με ξεσταχιάσει, με κοσκινίζει για να με ελευθερώσει από τα φλούδια μου και με ζυμώνει στάζοντας την πολύτιμη μαγιά του ασκητικού του ιδρώτα, μέχρι να γίνω απαλός και να με παραδώσει λευκή μερίδα, στην ιερή φωτιά, για του Θεού το Άγιο Δείπνο.
Αυτή τη στιγμή, νοερά στρέφω την σκέψη μου στο Ιερό Κοινόβιο Ευαγγελισμού τις Ορμύλιας, ποθώντας να πάρω την ευχή του σιωπηλού πνευματικού μου παππού Αιμιλιανού,ο οποίος, ως υψιπέτης αετός σκεπάζει το πνευματικό του σπλάγχνο και τα εγγόνια του και μας ευλογεί δι΄ ευχών του αγίου πατρός μου.
Ευχαριστώ τους πνευματκούς μου αδελφούς· τον πατέρα Παντελεήμονα, που και αυτός σήμερα εορτάζει την ονομαστική του εορτή, και τον πατέρα Αιμιλιανό. Τους δύο αρχαγγέλους του μοναστηριού μας, που οι νοητές τους φτερούγες με σκεπάζουν και οι ίδιοι, με αγάπη, καθοδηγούν τα βήματά μου και με βοηθούν στην εκτέλεση των διακονημάτων μου.
Ευχαριστώ τους αγαπητους μου γονείς·την μητέρα μου Ευθυμία και τον εν οὐρανοίς αυλιζόμενο πατέρα μου Στέφανο, για την αγάπη και τη στοργή τους, για την αμέριστη συμπαράσταση στις ποικίλες δυσκολίες που αντιμετώπισα, για την υπομονή τους, μα πάνω απ΄ όλα τους ευχαριστώ που σεβάστηκαν την επιθυμία μου να ακολουθήσω τον καθαρό βίο, για να δοξάσω το Πανάγιο όνομα του Θεού, που σήμερα τους αξιώνει να δουν τον αγαπημένο τους υιό να παντρέυεται την Μάνα Εκκλησία και να συνδέεται, ως νέος κρίκος, μέσα στην αλυσίδα της αποστολικής διαδοχής.
Ευχαριστώ και την γιαγιά μου Ζωή, στην αγκαλιά της οποίας μεγάλωσα και κρατώντας με απ΄το χέρι με παρέδωσε στην αγκαλιά της πιο φιλόστοργης Μάνας, δίνοντας μου την ευκαιρία να ζήσω ἐν Χριστώ, μέσα στην εκκλησιαστική μας ορθόδοξη παράδοση.
Ευχαριστώ τις αδερφές μου, τους συγγενείς και φίλους που σεβάστηκαν την πορεία της νέας μου ζωής και βρίσκονται σήμερα εδώ για να προσευχηθούν για τον αγαπημένο τους φίλο και αδελφό.
Ευχαριστώ όλους τους δασκάλους μου και ιδιαίτερα την κα Ελ. Αναγνώστου, που αγωνίστηκε σε μια δύσκολη καμπή της ζωής μου, να μεταλαμπαδεύσει τις πολύτιμες γνώσεις της, ώστε να καλλιεργηθώ και να διακριθώ στον χώρο της τέχνης και στάθηκε δίπλα μου ως μεγαλύτερη αδερφή μου.
Ευχαριστώ και όλους εσάς, Σεβασμιότατοι άγιοι αρχιερείς και αγαπητοί αδελφοί, που τιμάτε με την παρουσία σας το ταπεινό μου πρόσωπο και ήρθατε σήμερα εδώ για να μεταφερθείτε νοερώς προσευχόμενοι στα κράσπεδα της φιλευσπλαχνίας του Θεού, ώστε να γίνει ίλεως και να συγχωρήσει το οικτρό πλάσμα Του, εκχύνοντας πάνω του την Χάρι του Παναγίου Πνεύματος, «πού θεραπεύει τὰ ἀσθενῆ καὶ ἀναπληροῖ τὰ ἐλλειπόντα». Αλλά η ύψιστη τιμή της σημερινής σας παρουσίας ταιριάζει στο Σεπτό πρόσωπο του Ποιμενάρχου μας, που σήμερα εορτάζει και σε λίγο θα του ψάλλουμε τα Πολυχρόνια, ευχόμενοι η Κυρία Θεοτόκος να τον χαριτώνει και ο Κύριος να του δίνει κουράγιο στην άρση του Επισκοπικού σταυρού.
Ο χρόνος κύλησε και ήρθε η ώρα να βάλω έναν επίλογο σ΄αυτόν τον μακρύ κατάλογο.
Σεβασμιότατε και σεπτέ μας Ποιμενάρχα, άφησα τελευταίο τον πρώτο. Αυτόν που κατα τη συνείδηση της Εκκλησίας βρίσκεται «εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ». Και συνεχίζω: «Τί ανταποδώσω σοι, Σεβασμιότατε πάτερ και δέσποτα, περί πάντων, ων ανταπέδωκάς μοι;» Έχετε την αγάπη μου και την ευγνωμοσύνη μου. Πώς να ξεχάσω, Σεβασμιότατε, που σαν στοργικός πατέρας μου σφίξατε το χέρι σε χειραψία και με αποκαλέσατε παιδί σας, ακούγοντας τις ανησυχίες και τα προβλήματά μου; Πριν τρία χρόνια με καλέσατε στο μοναστήρι της Παναγίας Δοβράς και εκφράσατε την επιθυμία να με κάνετε ιερέα, αλλά δεν απάντησα. Πριν με δεχτείτε, πέρασα από το μοναστηρι της μετανοίας μου για να πάρω την ευχή του πατρός μου, και μου είπε, ασπαζόμενος τη δεξιά του: Να κάνεις τον σταυρό σου, παιδί μου και να πείς,,το θέλημα του Πατρός μου,,.Έτσι, λοιπόν, η βούληση του Θεού βρήκε την έκφρασή της στο στόμα του Επισκόπου και επισφραγίστηκε από την απόφασή του να τελεστεί σήμερα το μυστήριο της χειροτονίας μου εἰς ἱεροδιάκονον.Τη δεύτερη φορά σας απάντησα εγγράφως πως θα ήθελα να περιμένουμε. Τώρα δεν μπορώ να κάνω πίσω, Σεβασμιότατε.
«Κύριε, ποίησόν με οἷον θέλεις καὶ ὡς θέλεις κἂν θέλω κἂν μὴ θέλω».
Μένω και ας καώ, Φως μου, στην αγκαλιά της πατρικής σου Αγάπης.
«Αὐτῷ πρέπει πᾶσα δόξα, τιμή καί προσκύνησις, νῦν καί ἁεί καί εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν».