Ο Μέγας Αγιασμός

Μέγας Αγιασμός

Το Άγιο Όρος είναι το καλύτερο πρότυπο σε πολλά θέματα λειτουργικής ζωής, και αυτό κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Είναι η υπερχιλιόχρονη παράδοση αλλά και η καθημερινή μεγάλη λειτουργική ζωή. Είναι η γνώση των Τυπικών και η πείρα. Είναι οι μοναχοί που έχουν επιδοθεί επί δεκαετίες στο διακόνημα του Τυπικάρη. Είναι τόσα πολλά αυτά που κάνουν το Άγιο Όρος θεματοφύλακα, είναι και η ορθή χρήση και εφαρμογή.

Ως πρόλογο αυτά γιά το θέμα που θα μας απασχολήσει στην συνέχεια.

Το θέμα μας είναι ο Μέγας Αγιασμός. Και αφού μας μένουν αρκετές ακόμα ώρες μέχρι την απόδοση και της Ενάτης ώρας της εορτής των Θεοφανίων, αύριο πριν τον Εσπερινό, καταθέτουμε το πώς χρησιμοποιείται στο Άγιον Όρος ο Μέγας Αγιασμός.

Ας αναφέρουμε κατ’ αρχάς πώς γίνεται, την τελετουργία. Μερικές λειτουργικές παρατηρήσεις, που σίγουρα τον διαφοροποιούν από οποιαδήποτε άλλη τελετή, σχετική με το νερό.

Γίνεται στο τέλος της Θείας Λειτουργίας, πριν δηλαδή το δι’ ευχών, μετά ακριβώς την οπισθάμβωνο ευχή. Άρα, είναι μέρος της Θείας Λειτουργίας, είναι μέρος του μυστηρίου. Θεωρείται δηλαδή μυστήριο, όπως αναφέρεται και στο ιερό Πηδάλιο.

Εφόσον γίνεται μέσα στην Θεία Λειτουργία, οι λειτουργοί φορούν ακόμα πλήρως τα λειτουργικά τους άμφια. Ενώ ο «μικρός» αγιασμός τελείται απλώς μόνο με πετραχήλι από τον ιερέα, οποτεδήποτε, ο Μέγας Αγιασμός απαιτεί πλήρως φορεμένη την στολή από τον ιερέα. Σε περιπτώσεις μάλιστα που ο ιερέας δεν μετείχε στην θεία λειτουργία, είναι απολύτως απαραίτητο να ενδυθεί άπασαν την στολή του. Δεν πρέπει, στο σημείο αυτό, να συγχέουμε την τέλεση του Μεγάλου Αγιασμού με την κατάδυση του Τιμίου Σταυρού κατά τον Αγιασμό των Υδάτων, που συνηθίζεται να τελείται σε ανοιχτό χώρο, και μάλιστα σε πολλά ύδατα, σε ποτάμια, δεξαμενές, λίμνες. Το ένα είναι μυστήριο, το άλλο τελετή.

Βέβαια ο Αγιασμός της παραμονής και της κυριωνύμου δεν διαφέρουν. Παρά μόνον σε ένα σημείο, σύμφωνα πάντα με την αγιορειτική τάξη του Τυπικού. Της παραμονής «και χύνεται και πίνεται», της κυριωνύμου, χύνεται μόνο την ημέρα της τελέσεώς του, και ύστερα μαζεύεται σε καθαρό σκεύος και φυλάσσεται στο σκευοφυλάκιο, ή αλλού, πάντως μέσα στο ιερό βήμα.

Ο Μέγας Αγιασμός της κυριωνύμου προσφέρεται καθημερινώς, μέχρι την απόδοση της εορτής των Θεοφανίων, στους μοναχούς. Πριν το προσκύνημα, κατά την ώρα του Κοινωνικού της Θείας Λειτουργίας, ο εκκλησιαστικός ευτρεπίζει τόπο σε κάποιο σημείο εμφανές και επίσημο μέσα στο Καθολικό, ανάβει κερί σε μικρό κηροπήγιο, και, αφού τοποθετήσει το κατάλληλο σκεύος γιά την άντληση, ξεσκεπάζει την φιάλη με τον αγιασμό. Στο Χιλιανδάρι, τα δύο μικρά «ποτηράκια» του αγιασμού είναι θαυμάσιας τέχνης. Μετά το προσκύνημα, κάθε μοναχός που δεν θα κοινωνήσει, προσέρχεται μπροστά στην συνήθως ασημένια φιάλη, αποκαλύπτεται, δηλαδή βγάζει το κουκούλι και το σκουφί του, κάνει μικρή μετάνοια – υπόκλιση και σταυρό, λέει αν θέλει και το Κοντάκιον της Εορτής, το Επεφάνης, και με ευλάβεια και προσοχή να μην χυθεί καμία σταγόνα, αρύεται ύδωρ και το καταπίνει. Κάνει πάλι τον σταυρό του και απέρχεται στην θέση του. Αυτό γίνεται κάθε ημέρα, από τις 7 μέχρι και τις 14 Ιανουαρίου. Σε περίπτωση που ο μοναχός θα μεταλάβει, κάνει την ίδια λειτουργική πράξη αφού δεχθεί τα άγια μυστήρια, πριν όμως πάρει και φάει το αντίδωρο. Ο Μέγας Αγιασμός δηλαδή λαμβάνεται ΠΡΙΝ το αντίδωρο. Μάλιστα τα γεροντάκια το προσέχουν πάρα πολύ αυτό το σημείο –ο Κύριος να αναπαύσει τις μακάριες ψυχές τους.

Αυτά γίνονται τις ημέρες μέχρι την απόδοση της μεγάλης εορτής των Θεοφανίων.

Αλλά ο Μέγας Αγιασμός παρέχεται και σε άλλες περιπτώσεις. Πρώτη φορά άκουσα γιά τον Μέγα Αγιασμό σε μικρή ηλικία, από την μακαρίτισσα την νοικάρισσά μας την κυρά Ρίνα. Δεν κοινωνούσε, αλλά πολλές φορές μέσα στον χρόνο έπαιρνε Μέγα Αγιασμό. Αιωνία της η μνήμη.

Ας έρθουμε τώρα στο επόμενο κεφάλαιο, πώς και πότε λαμβάνουν Μέγα Αγιασμό οι αγιορείτες πατέρες.

Δεν θα αναφερθώ στις περιπτώσεις που δεν κοινωνούν, γιατί δεν ξέρω ούτε έτυχε να μάθω τί γίνεται εκεί.

Οι μοναχοί, τουλάχιστο στην Σιμωνόπετρα, εξομολογούνταν τακτικά κάθε είκοσι ημέρες. Καλούσαν πνευματικό «εξωτερικό», δηλαδή από αλλού. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο μακαριστός και όσιος του Θεού πατήρ Σωφρόνιος, ο Ρώσσος, ο κτίτορας της Μονής του Τιμίου Ποδρόμου του Έσσεξ της Αγγλίας, ο επιστήθιος μαθητής του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου. Συνήθως οι πνευματικοί ήταν από τις αγιορειτικές σκήτες, ασκητικοί και εγνωσμένης πνευματικότητας.

Η Θεία Μετάληψη της αδελφότητος γινόταν κάθε Σάββατο. Την Παρασκευή, λοιπόν, στον Όρθρο, την ώρα που διαβαζόταν το πρώτο ψαλτήρι, ο εφημέριος ιερέας, φορεμένος το πετραχήλι του, στεκόταν στην βόρεια πύλη του ιερού, ασκεπής, και κρατούσε την φιάλη με τον Μέγα Αγιασμό –ένα μπουκαλάκι γυάλινο- και ένα μικρό φλυτζανάκι. Δίπλα του στεκόταν, ασκεπής επίσης, ο διακονητής εκκλησιαστικός, κρατώντας φώς –ένα αναμμένο κερί. Ο κάθε μοναχός προσέρχεται από την νότια πλευρά, περνάει μπροστά από τα εικονίσματα του τέμπλου και τα χαιρετάει, κάνει μικρή μετάνοια και τον σταυρό του και παίρνει το φλυτζανάκι, αφού ασπασθεί την δεξιά του εφημερίου. Ο εκκλησιαστικός απαγγέλλει το Επεφάνης σήμερον. Ο μοναχός πίνει τον Αγιασμό, δίνει το σκεύος, και απέρχεται. Όλα γίνονται με άκρα σιγή και μεγάλο σεβασμό.

Αν αφαιρεθείς προς στιγμήν και δεν ασπασθείς την δεξιά του εφημερίου, ο ίδιος προτείνει το χέρι του. Δεν έχει στους αγιορείτες ιερείς ψευτοευλάβειες και δήθεν ταπείνωση, σαν μερικούς που τραβούν το χέρι τους. Καλός ο σεβασμός προς τους ανωτέρους, προς τους μεγαλυτέρους κλπ, αλλά το χέρι του παπά το ασπαζόμαστε, οι πάντες. Πάει τελείωσε. Το χέρι του εφημέριου –ιερέα το φιλάς, θες δεν θες.

Όταν είχαμε αρκετά γεροντάκια, η ωραία αυτή λειτουργική πράξη γινόταν κάθε Παρασκευή, στην σιγαλιά του Όρθρου. Αργότερα, όταν οι πατέρες μας εκοιμήθησαν ένας ένας, επικράτησε η συχνή –καθημερινή εσπερινή νηστεία και θεία κοινωνία από τους περισσότερους μας. Και έτσι σταμάτησε, τουλάχιστον στην Σιμωνόπετρα, να παίρνουμε Μέγα Αγιασμό κατά την διάρκεια του έτους.

Σπανίως, ερχόταν μερικοί ηλικιωμένοι και μας ζητούσαν. Οπότε και πάλι, μόνον ο εφημέριος, φορεμένος πετραχήλι, τους έδινε.

Όλο το έτος, μέσα σε γυάλινη φιάλη, ο Μέγας Αγιασμός φυλάγεται στο ιερό βήμα, σε ασφαλές, καθαρό και σίγουρο μέρος.

Το σημείωμά μας αυτό γράφεται γιατί πολλά διάβασα τελευταία γιά τον Μέγα Αγιασμό σε διάφορες ιστοσελίδες.

Μερικοί μάλιστα μάς ζήτησαν να πάρουν και στα σπίτια τους, γιά να πίνουν κάθε πρωΐ. Φυσικά δεν τους δώσαμε και αποτρέπουμε αυτήν την πρακτική.

Καλή είναι η ευλάβεια, αλλά καλύτερη είναι η διάκριση μετά γνώσεως. Γιατί μπορεί εμείς να θέλουμε το καλό, αλλά με την λανθασμένη χρήση, να κριματίζουμε την ήδη φορτωμένη και φορτισμένη ψυχή μας.

…………………………………………

 

Τα παραπάνω, ας είναι και ένα ακόμα μνημόσυνο γιά τους μακαρίους πατέρες μου: Σίμωνα ιερομόναχο και Ευστράτιο Μοναχό, που ήταν «Πειραιώτης και πατριώτης του Ηγουμένου», του σεβαστού μαρτυρικού μας Γέροντος, όπως μας έλεγε. Να έχουμε την ευχή τους. Αμήν.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top