Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς,
Πανοσιολογιώτατοι Άγιοι Καθηγούμενοι,
Άγιοι Συλλειτουργοί,
Οσιώτατες Γερόντισσες καί Μοναχές,
Αδελφοί και αδελφές μου,
Η μικρή Αδελφότης της ιεράς καί περιπύστου ταύτης αρχαίας Μονής άγει σήμερα ημέρα γενέθλια, και, πλήρης ευφροσύνης και αγαλλιάσεως, εκφράζει προς όλους σας ανεξαιρέτως λόγους μεγάλων και εγκαρδίων ευχαριστιών.
‘Αγνωστο το μετά πόσους αιώνες στην κοινοβιακή καθέδρα της Ιεράς Μονής, τον θρόνο του Οσίου Διονυσίου, και πάλι ανέρχεται εψηφισμένος από την Αδελφότητα Καθηγούμενος, συνεχιστής της πορείας τών απ’ αιώνος Γερόντων και πατέρων προς τον Ουρανό.
Από την Ιστορία, καθίσταται γνωστό το οτι ηγουμένευσε και ο Όσιος Θεοφάνης από την Αγιορειτική Μονή Δοχειαρίου, ο οποίος άφησε τον κατά σάρκα ανηψιό του ως Ηγούμενον, και μετέβη στην Νάουσα, όπου ανοικοδόμησε και άλλη Μονή προς τιμή των Αρχαγγέλων.
Ουδεμία άλλη είδηση περί Καθηγουμένου.
Και μετά τόσους αιώνες, η πατρική και διορατική βλέψις του Επιχωρίου Επισκόπου, του σεπτού πατρός και ποιμενάρχου μας, του πολυφρόντιδος αρχιερέως, του ρέκτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης & Καμπανίας Κυρίου ημών κ. Παντελεήμονος, επέβλεψεν προς εμάς τους ταπεινούς και σήμερα, που φθάνουμε στο μέσο του δέκατου έτους της ανεπαρκούς διακονίας μας, με ψήφους κανονικές, μας ανεβάζει ακόμα περισσότερο και μας ενθρονίζει στον θρόνο της Ιεράς Πατριαρχικής Σταυροπηγιακής Κοινοβιακής Μονής Τιμίου Προδρόμου, στην Σκήτη Βεροίας, στον θρόνο του Αγίου Διονυσίου.
Και η Ενθρόνισή μας συνδυάζεται με την εορτή του Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου, του πάτρωνος και πολιούχου Αγίου μας, αλλά και με την Πανήγυρη γιά την Σύναξη Πάντων των Οσίων Πατέρων ημών, των εν τη Ιερά Μονή και τη Σκήτη ταύτη αθλήσει και ασκήσει και αθλήσει διαλαμψάντων και τω Θεώ ευαρεστησάντων.
Την μεγάλη και ιερή αυτήν στιγμή, θα ήθελα να με επιτρέψετε να επικαλεσθώ την ευχή του ασθενούντος Γέροντός μου, του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου, αλλά και του καθηγουμένου και πνευματικού μας πατρός Αρχιμανδρίτου Ελισαίου, καθηγουμένου της αυτής αγιορειτικής Μονής.
Θα ήθελα όμως να επικαλεσθώ και την ευχή ορισμένων μεταστάντων πατέρων μου: των πατέρων Μακαρίου, Ασενίου και Γελασίου των Μοναχών, και των Ιερομονάχων: παπαΕφραίμ Κατουνακιώτη, Τιμοθέου και Σίμωνος των ιερομονάχων, των Σιμωνοπετριτών.
Να επικαλεστώ επίσης την ευχή του μακαριστού πατρός μου Νικολάου καθώς και των δύο βρεφών αδελφών μου, που έφυγαν γιά τον ουρανό την ημέρα που έλαβαν το Άγιο Βάπτισμα, της Ρηνούλας σαράντα ημερών και του Θωμά δέκα μηνών. Η παρηγορία που μας στέλνουν σε στιγμές δύσκολες είναι πολύ ανακουφιστική.
Να επικαλεστώ επίσης τις ευλογίες πάντων των μακαριστών αδελφών και πατέρων της ιερής αυτής μάνδρας, εδώ, δίπλα στα ύδατα των ιδρώτων και των δακρύων και του αίματος του ποταμού Αλιάκμονος, ο οποίος κάποτε αντιβοούσε από τις προσευχητικές και μαρτυρικές φωνές των μοναχών των γύρω ιερών καθιδρυμάτων.
Πριν τελειώσω αυτόν τον μικρό ενθρονιστήριό μου λόγο, επιτρέψτε μου να εξομολογηθώ δύο σκέψεις που με ταλανίζουν πολλά χρόνια.
Η πρώτη σκέψη με κυριαρχούσε όταν έβλεπα τον εφημέριο της γειτονιάς μας στην Βέροια να μεταφέρει τα άγια, αλλά και τον Σταυό της Μεγάλης Παρασκευής, και σκεπτόμουν πόσο βαριά θα μπορούσε να ήσαν αυτά τα δύο σκεύη. Πόσο βάρος δηλαδή έχει η άρσις του Σταυρού του Χριστού; Βλέποντάς τον μάλιστα να είναι σχεδόν πάντα κάθυδρος και ένδακρυς, τα νόμιζα ασήκωτα και αρνιόμουν κατηγορηματικά να αναλάβω τέτοια ευθύνη, δηλαδή την ιερωσύνη.
Η άλλη σκέψη που με έπνιγε, γεννήθηκε βλέποντας τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρό Χριστόδουλο στον θρόνο της Μονής αυτής. Έλεγα: πώς βλέπει κάποιος που είναι ανεβασμένος σε δύο σκαλοπάτια ή και τρία ψηλότερα από εμάς; Πόσο εγωϊσμό μπορεί να γεννάει αυτό το ανέβασμα;
Όμως σήμερα και οι δύο λογισμοί ξεπεράστηκαν. Μέσα μου νοιώθω μία βαθειά και μεγάλη χαρά γιά την ηγουμενική διακονία, που επισήμως και ισοβίως πλέον αναλαμβάνω. Αυτήν την χαρά την εννόησε και ο Γέροντας Ελισαίος, ή μάλλον την ζη και ο ίδιος, και σε μήνυμά του τις προάλλες, μαζί με άλλα, μας έγραφε: Αγαπητέ μου Γέροντα, εύχομαι να χαίρεσαι γιά την άρση του σταυρού τής τοιαύτης διακονίας.
Και ο Γέροντας έστειλε κοντά μας, σήμερα, τους δύο ομογάλακτος, ομοδίαιτους και ομαίμονες αδελφούς μου, τους Πατέρες Πολύευκτο και Βενέδικτο, μοναχούς της μεγάλης αγάπης και της θυσιαστικής διακονίας.
Το ανέβασμα πάλι στις δύο αναβαθμίδες τού ηγουμενικού θρόνου με κάνει να νοιώθω ως υποκάτω πάσης της γης.
Αλήθεια σας λέω, αδελφοί μου.
Με αυτές τις ελάχιστες σκέψεις, θα ήθελα να ζητήσω τις προσευχές όλων σας, γιά το έργο που αναλαμβάνω, και πρώτα από όλους από την μάννα μας, που βρίσκεται ήδη στο 93 έτος της ζωής της και σήμερα βρίσκεται εδώ.
Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τους πατέρες της μικρής μας αδελφότητος, τα παιδιά μου, γιά τις μεγάλες κοπιαστικές θυσίες που καταβάλουν κάθε ημέρα γιά την αγάπη του Χριστού, της Κυρίας Θεοτόκου και την διακονία του Τιμίου Προδρόμου, με συνθήκες, τις περισσότερες φορές, απάνθρωπες και ίσως ανυπέρβλητες.
Και στις πολιτικές, στρατιωτικές και λοιπές αρχές του Τόπου μας εκφράζω τις μεγάλες και πολλές ευχαριστίες μας. Πάντοτε, ανάλογα με τις δυνατότητες που έχετε, αγαπητοί αδελφοί και φίλοι, βρίσκεστε κοντά μας.
Κλείνω την ομιλία αυτήν, με μία βαθειά μετάνοια προς τον σεπτό Οικουμενικό μας Πατριάρχη Κύριο Βαρθολομαίο. Επίσης θα ήθελα να εκφράσω την αστείρευτη ευγνωμοσύνη μου προς τον Μητροπολίτη μας, γιά το έργο που με εμπιστεύτηκε από το 2007. Μακάρι να μην τον διαψεύσω.
Αφήνω τελευταίες τις ευχαριστίες πρός τον Καθηγητή της Μοναχικής Πολιτείας, το πετεινόν της Ερήμου, τον Μέγα και Τίμιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, προσκυνώντας και κατασπαζόμενος τα κατεσκληκότα τίμια πόδια του.
Αλλά, Κυρία Θεοτόκε Σκητιώτισσά μου, Εσύ είσαι η μητέρα των Μοναχών, εσύ κατέχεις τα δευτερεία της πίστεως, εσύ είσαι η μετά Θεόν Θεός. Πρέσβευε, παρακαλώ, προς τον Υιό και Θεό σου, και να προσέχετε την Μονή μας, γιά να κερδήσουμε τον Παράδεισο.
24 Ιουνίου 2016.