« Με λέει μάγο »
Ο πατήρ Ις βρέθηκε στον Καναδά, γιά μία σοβαρή εγχείρηση στα μάτια του. Έτσι όπως ήταν ξαπλωμένος, έβλεπε μία σοβαρή κυρία να πηγαινοέρχετι έξω από την πόρτα του δωματίου, όπου βρισκόταν. Σκέφτηκε ότι κάτι θα ήθελε η κυρία και την προσκάλεσε κοντά του.
-Πάτερ μου, την ευχή σας. Είστε αγιορείτης; ρώτησε η άγνωστη κυρία. -Όχι, κυρία μου, είμαι από τα Μετέωρα. Αλλά πέστε μου τι θέλετε. Ίσως μπορέσω να σας εξυπηρετήσω.
– Ξέρετε, πάτερ, θέλω να στείλω ένα γράμμα στον πάτερ Παΐσιο, δεν θέλω όμως να το στείλω με το ταχυδρομείο. Και τώρα που σας είδα σκέφτηκα μήπως είστε αγιορείτης και μπορείτε να με εξυπηρετήσετε. –Ευχαρίστως, κυρία μου. Θα κάνω την εγχείρηση στα μάτια μου, και μόλις γυρίσω στο μοναστήρι μου θα φροντίσω να φτάσει το γράμμα σας στον γέροντα.
Πράγματι λοιπόν η κυρία παρέδωσε το γράμμα στον μοναχό και τον ευχαρίστησε.
Γύρισε ο μοναχός στο μοναστήρι του, αλλά ο γέροντάς του τον μάλλωσε γιά το ότι
ανέλαβε μία τέτοια ευθύνη. Τώρα πρέπει να βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος που θα πάει στο Άγιο Όρος, κλπ. Κλπ.
Στενοχωρήθηκε κάπως ο μοναχός αλλά δεν το έβαλε κάτω και περίμενε την κατάλληλη στιγμή, η οποία δεν άργησε να φανεί.
Κάποιοι καλαμπακιώτες, γνωστοί του μοναστηριού, θα πήγαιναν στο Όρος και ο μοναχός, μόλις το έμαθε, έτρεξε στον Γέροντα.
-Ο τάδε και ο τάδε θα πάνε στο Όρος, να τους δώσω το Γράμμα; -Όχι, να μην το δώσεις. Σοκαρίστηκε ο πατήρ. Ις. Αλλά ύστερα από μία στιγμή ο Γέροντας συνέχισε: Να το πας μόνος σου. Να πας και συ μαζί τους. Πέταξε από την χαρά του ο καλογεράκος. Ένα προσκύνημα στο Άγιο Όρος σε γεμίζει.
Ετοιμάστηκαν λοιπόν οι τρεις άνδρες και έφυγαν γιά το ιερό τους προσκύνημα. Φτάσαν στις Καρυές και από εκεί στο καλύβι του γεροΠαΐσιου.
Πριν καλά καλά φτάσουν στα σύρματα, στον φράχτη, ακούγεται η φωνή του γέροντα, από μέσα, από την αυλή του κελλιού του.
-Έ, πάτερ Ιωάννη. Άνοιξε τον φάκελλο που έχεις στην τζέπη στου, πάρε από μέσα τα εκατό δολλάρια και δόσε μου το γράμμα. Τά έχασαν όλοι. Πού ήξερε ο παπούλης όχι μόνο γιά το γράμμα, και σε ποιά ακριβώς τσέπη το είχε αλλά ακόμα και το περιεχόμενο του φακέλλου;
Πλησιάζουν, και ο μετεωρίτης μοναχός, με την απλότητα που τον διακρίνει, απευθύνεται στον γέροντα: – Και τι να τα κάνω τα χρήματα; -Εγώ χρήματα δεν παίρνω, κάν’ τα ότι θέλεις. –Μα τι να τα κάνω; Έ, καλά τότε. Τώρα που θα φεύγετε, μετά από είκοσι λεπτά, θα συναντήσετε στον δρόμο σας ένα ντάτσουν. Ο καλόγηρος είναι από την απάνω μεριά και δεν φαίνεται. Θα τα δόσεις σε αυτόν τα εκατό δολλάρια. Θέλει να γίνει μεγαλόσχημος και δεν έχει χρήματα να αγοράσει τα απαιτούμενα.
Εκείνον τον καιρό, το δολλάριο ήταν διακόσιες πενήντα δραχμές, και τα απαραίτητα γιά την μεγαλοσχημία στοίχιζαν εικοσιπέντε χιλιάδες δραχμές.
-Τον λένε Νρα, συνέχισε ο χαριτωμένος ασκητής, αλλά να μην πεις ποιος σε στέλνει με τα χρήματα, γιατί με λέει μάγο.
Δεύτερη έκπληξη γιά τους προσκυνητές. Ήξερε τα πάντα γιά τον άλλο μοναχό, και τις οικονομικές του ανάγκες, αλλά και τις απόψεις του.
Μίλησαν οι άνθρωποι με τον άγιο γέροντα, και πήραν τον δρόμο της επιστροφής, έκπληκτοι με τα χαρίσματα του γεροΠαΐσιου.
Μετά από είκοσι λεπτά, πράγματι, βλέπουν μπροστά τους το ντάτσουν, και ο καλόγερος άρχιζε να καλεί τον άγνωστό τους μοναχό, με το όνομά του.
Βγαίνει εκείνος, και αμέσως του λέει ο πάτερ Ιω: –Πάτερ Ν., πάρε αυτά τα χρήματα, γιά να αγοράσεις τα απαιτούμενα, που θέλεις να γίνεις μεγαλόσχημος και δεν έχεις.
-Και πού ξέρεις εσύ, πάτερ μου, πώς δεν έχω χρήματα και θέλω να γίνω μεγαλόσχημος;
-Μας το είπε ο πάτερ Παΐσιος αλλά μας είπε να μην σε πούμε ποιός στα στέλνει, γιατί εσύ τον λές μάγο.
Σόκ, ο καλόγερος. – Ά, ο πάτερ Παΐσιος με τα στέλνει. Να έχουμε την ευχή του.
Από τότε οι δύο ασκητές συμφιλιώθηκαν. Η απλότητα του πάτερ Γιάννη έκανε το θαύμα της …
Στις πονηρές μέρες που ζούμε, πολύς λόγος γίνεται γιά τον πάτερ Παΐσιο, και από φίλους και από εχθρούς. Άλλοι λένε αυτά που σκέφτονται, άλλοι αυτά που θα ήθελαν να πει ο Γέροντας, γιά να συμφωνήσει με τις απόψεις τις δικές τους, άλλοι κρίνουν και κατακρίνουν. Δεν πειράζει. Τώρα εκείνος ο μέγας βρίσκεται στα χέρια του Θεού, και απολαμβάνει τους κόπους και τον πόνο που έδωσε με τον αγώνα του γιά την αγάπη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, της Κυρίας ημών Θεοτόκου και των αγίων μας. Γιά όλους, έχει ο Θεός.
Εμείς δεχτήκαμε την αγάπη και την στοργή του αγίου εκείνου γέροντα. Το γεγονός που παραπάνω καταγράψαμε το ακούσαμε από τον ίδιο τον π.Ιη Ίσως και να δημοσιεύτηκε σε κάποιο βιβλίο, αλλά είναι τόσο περιληπτικό και τόσο αλλαγμένο, που θεωρήσαμε σκόπιμο να το ξαναδημοσιεύσουμε.
Πολλοί αγιορείτες ήταν εκείνοι που εξέφραζαν αμφιβολίες γιά τον όσιο του Θεού, και όταν ζούσε και τώρα που είναι στους ουρανούς. Πολλοί άλλοι ασχολούνται με λεπτομέρειες της καθημερινότητας, που από κανέναν άνθρωπο, ακόμα και τον αγιότερο, δεν λείπουν. Όμως όσοι έχουν καλή διάθεση, τα κανονίζει έτσι ο Παντοδύναμος που στο τέλος αντιλαμβάνονται την αρετή και την δύναμη της προσευχής του Αγίου εκείνου Γέροντα.
Ας έχουμε και εμείς την αγία του ευχή.